«Η χαμένη κασέτα»
Την ακούσαμε, τη χαρήκαμε, την απολαύσαμε, τη χειροκροτήσαμε.
Πολλά και ποικίλα τα συναισθήματα που εισπράξαμε στην κατάμεστη αίθουσα «Μελίνα Μερκούρη», το περασμένο Σάββατο.
Ήμασταν πολλοί που βρεθήκαμε εκεί, όλοι για καλό σκοπό. Συντελεστές, δημιουργοί, ερμηνευτές, ακροατές…
Ο στόχος επετεύχθη, η κοινωνία μας για άλλη μια φορά ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα.
Οι δημιουργοί της «χαμένης κασέτας», αφιλοκερδώς, αντάμωσαν, δίνοντας τον καλύτερο εαυτό τους, τόσο στη μουσική, όσο και στη μεταξύ τους παρέα. Πολύ γρήγορα αισθανθήκαμε τον αλληλοσεβασμό του ενός για τον άλλον και την ταπεινότητα που δίδασκαν και επί σκηνής, οι πλέον επώνυμοι συντελεστές, στα νέα παιδιά που συμμετείχαν και με πόση άνεση τους άφηναν να μπουν μπροστά και να δείξουν το ταλέντο τους.
Θα τη θυμόμαστε για πολύ καιρό αυτή την ανεπανάληπτη βραδιά και οφείλουμε πολλά ευχαριστώ στον εμπνευστή της και αποκλειστικό χορηγό της Βαγγέλη Φραγκιαδάκη.
Για όσους δεν είχαν την ευκαιρία να βρεθούν και να χαρούν αυτό το ξεχωριστό μουσικό συναπάντημα, θέλω να πω πως, «η χαμένη κασέτα» δεν είναι μόνο για να την ακούς. Είναι ένα έργο που μπορείς και να διαβάσεις, να ταξιδέψεις, να ζήσεις έστω στο ελάχιστο τη μαγεία της δημιουργίας ενός πνευματικού έργου.
Με άλλα λόγια, η εργασία αυτή εκτός από αγαπημένα μουσικά ακούσματα, περιέχει πολύ κόπο, πολλά ταξίδια του νου, σε τόπους μακρινούς με ριζωμένους βράχους, σε κοιλάδες με απότομους γκρεμούς, αναζητήσεις της ψυχής σε τόπους κεκοιμημένων, όνειρα και εφιάλτες με γέρους Ινδιάνους «με μακριά άσπρα μαλλιά και γερακίσια μάτια που σε τρυπούν σαν σαΐτες, με επιβλητικές ρυτίδες που σχηματίζουν δύο νεροφαγώματα να ποταμίζουν δεξιά και αριστερά στα μάγουλα…».
Ύστερα θα συναντήσεις εκατοντάχρονες γριές που σου ζητούν να τους χαρίσεις το μαύρο μικροσκοπικό άνθος του γκρεμού, για να μάθεις στη συνέχεια πως
«στο χίντι – χίντι βρίσκει κανείς το θάνατο μα και τον έρωντα». Κι ακόμα, «μες στα μικρά κι αψήφιστα κρύβονται τα μεγάλα».
Είναι αλήθεια πως στο βιβλίο, που περιλαμβάνεται και το cd με τα τραγούδια της «χαμένης κασέτας», ο Χαΐνης Δημήτρης Αποστολάκης, όπως ο ίδιος εξομολογείται, περιγράφει με κάθε ειλικρίνεια την περιπέτεια των τραγουδιών αυτής της εργασίας. Μια ιστορία παράξενη και γοητευτική, μα και τόσο αυθεντική, για όσους γνωρίζουν τον ίδιο και την πορεία της καλλιτεχνικής του δημιουργίας μέχρι σήμερα.
Και ναι, θα συμφωνήσω μαζί του, η μουσική και η τέχνη γενικότερα δεν γίνονται από άνθρωπο για ανθρώπους, αλλά από παρέα για παρέες. Η δημιουργία έρχεται «Όταν σωπαίνει το μυαλό και μιλεί η καρδιά του ανθρώπου».
«Βρήκα, λέει, στη Γεράπετρο το Λιάπη, αυτός με πήγε στο Μάστορα, εκείνος στον Παραουλάκη, τα Επιτροπάκια, το Βρακουρή, τους holy stones, είχε προηγηθεί ο Ψαραντώνης, ήρθανε και συντράμανε ο Χαρούλης, ο Αβυσσινός και άλλοι…», και ιδού το αποτέλεσμα.
Εκεί, ανάμεσα στο λογικό και το παράλογο αρχίζεις το χορό… Στην ομπρός μερά η 100χρονη γιαγιά, στη μέση ο τετράποδος φίλος της και στην κουντούρα ο ίδιος ο δημιουργός του έργου. Και να η εικόνα που ξεπροβάλει μπρος στον αναγνώστη, «Ο γάιδαρος ήταν όντως πολύ επιδέξιος χορευτής. Έκανε φιγούρες απογυριστούς, στηριζόταν στα μπροστινά πόδια και χτυπούσε τα πίσω στον αέρα, όπως ακριβώς κάνουνε οι πρωτοχορευτές στα κρητικά χοροδιδασκαλεία, αλλά και η ντάμα μας δεν πήγαινε πίσω, αεράτη και σκερτσόζα σαν εικοσάχρονη».
Σας προτρέπω να ανακαλύψετε τη «χαμένη κασέτα», τόσο για σάς όσο και την παρέα σας.